Δευτέρα 5 Μαρτίου 2012

Οταν έρχεται η ώρα του αποχωρισμού...

0 σχόλια
   
      Οι μέρες περνούσαν πιο γρήγορα απ'ότι μπορούσε να το συνειδητοποιήσει.Την είχε πάει παντού,σε όλα τα μουσεία της πόλης,σε όλα τα υπέροχα αξιοθέατα.Σε μικρά καφέ και σε ρεστοράν με τοπικά εδέσματα,βόλτες στο ποταμό πάνω σε μικρά πλοιάρια.Μα εκείνο που λάτρεψε ήταν οι βόλτες τους στα πάρκα,τα πικνίκ με μια κουβέρτα,λίγες λιχουδίες και ένα μπουκάλι του αγαπημένου της κρασιού.Εκεί όπου ένιωθε πως ήταν μόνο οι δυό τους ακόμα κι αν ήταν γύρω τους πολύς κόσμος.Ξαπλωμένοι και οι δυό πάνω στην καρώ κουβέρτα να κοιτάζουν τον ουρανό και να μιλούν για τα όνειρα τους,να μοιράζονται τις ανησυχίες τους,ακόμα και να σκέφτονται σιωπηλά.Θα μπορούσε να μείνει εκεί για πάντα,δίπλα σε εκείνον,μα αυτές οι στιγμές δεν κρατάνε για πολύ δυστυχώς.
     Τα βράδια που γυρνούσαν στο σπίτι εξουθενωμένοι από τις πολύωρες βόλτες τους έπεφταν σχεδόν κατευθείαν για ύπνο.Σχεδόν γιατί τουλάχιστον για κείνη ήταν δύσκολο να την πιάσει ο ύπνος με τις σκέψεις που στροβιλίζονταν μέσα στο μυαλό της.Της είχε παραχωρήσει το κρεβάτι του κι εκείνος κοιμόταν στον καναπέ κι έτσι πολλές φορές μπήκε στον πειρασμό να πάει στην μέση της νύχτας και να τον αγκαλιάσει μέσα στον ύπνο του.Και τι δε θα έδινε να κοιμηθεί στην αγκαλιά του έστω και για ένα βράδυ,έτσι απλά για να την νανουρίζει η ανάσα του.Μα όσο κι αν πολεμούσε μέσα η καρδιά και η λογική της δεν πήρε ποτέ το θάρρος,όχι μόνο να του μιλήσει για τα πραγματικά της συναισθήματα,αλλά ούτε στην αγκαλιά του δεν μπόρεσε να κοιμηθεί.Ίσως ήταν και η αδιάφορη στάση του,δεν έβλεπε από εκείνον το πράσινο φως,δεν κατάλαβε ποτέ ότι μπορεί να νιώθει κι εκείνος το ίδιο γι'αυτήν.Η στάση του συνέχιζε να είναι φιλική,ακόμα κι όταν η ατμόσφαιρα έμοιαζε ηλεκτρισμένη.
   
     Σήμερα ήταν η μέρα αναχώρησης της και ακόμα δεν είχε βρεί την κατάλληλη στιγμή που έψαχνε για να του μιλήσει.Η θλίψη της ήταν απερίγραπτη που θα έπρεπε να τον αφήσει και να φύγει από κοντά του για άλλη μια φορά.Σηκώθηκε από το κρεβάτι με μισή καρδιά και άρχισε να ετοιμάζει την βαλίτσα της.Ένιωθε τα δάκρυα της να ανεβαίνουν όλο και πιο γρήγορα στα μάτια της και να σχηματίζουν μικρά αυλάκια στα μάγουλα της.Ένιωθε ανήμπορη να βγεί από το δωμάτιο και να πάρει τον δρόμο της επιστροφής της,αλλά έπρεπε να φανεί δυνατή,έπρεπε να φύγει.Μόλις άνοιξε την πόρτα του δωματίου τον βρήκε στην τραπεζαρία να την περιμένει με τριαντάφυλλα στα χέρια και το τραπέζι στρωμένο με ένα πλούσιο πρωϊνό.
-"Νόμιζες ότι θα σε άφηνα να φύγεις με άδειο στομάχι;" της είπε και της έδωσε το μπουκέτο με τα ευωδιαστά βαθυκόκκινα τριαντάφυλλα, μαζί με ένα απαλό φιλί στο μάγουλο.
     Μάζεψε όλη την δύναμη που είχε μέσα της για να μην ξεσπάσει σε κλάμματα μπροστά του και έψαχνε τι να του πει για να ελαφρύνει λιγάκι το κλίμα.
-"Ξέρεις πολύ καλά ότι μπορώ να ζήσω άνετα και χωρίς πρωϊνό.Δεν ήταν ανάγκη να μπεις σε τόσο κόπο"
   Την κοίταξε τάχα αγριεμένα και την οδήγησε στο τραπέζι.Την έβαλε να καθίσει και της γέμισε μια κούπα με καφέ.Κάθισε απέναντι της και άρχισε να τρώει κι εκείνος.Παρόλο που δεν της κατέβαινε μπουκιά πίεσε τον εαυτό της να δοκιμάσει τις πεντανόστιμες λιχουδιές του.Ήταν όντως όνειρο όλα αυτά που είχε ετοιμάσει.Μετά από λίγα λεπτά απόλυτης ηρεμίας αντιλήφθηκε ότι εκείνος είχε σταματήσει να τρώει και καθόταν απλά και την παρατηρούσε.Ξαφνιασμένη με τον βλέμμα του που έμοιαζε θλιμμένο τον ρώτησε χαριτωμένα :
-"Γιατί με κοιτάζεις με αυτό το βλέμμα σαν θλιμμένο κουταβάκι;"
     Εκείνος δεν απάντησε αμέσως πήρε απλά μια βαθιά ανάσα και έπειτα είπε σχεδόν αδιάφορα :
-"Aπλά θα μου λείψεις..."

Τι ήταν τώρα αυτό; Γιατί να το πει αυτό και γιατί μ'αυτό το βλέμμα; Μήπως είναι αυτή η κατάλληλη στιγμή; Ήρθε η ώρα να χωθεί στην αγκαλιά του κλαίγοντας και να του πει ότι και σε εκείνη θα λείψει πολύ; Ότι δεν θέλει να φύγει από κοντά του; Και πριν προλάβει να απαντήσει στις ερωτήσεις που σχηματιζόταν στο μυαλό της εκείνος σηκώθηκε και άρχισε να μαζεύει το τραπέζι. Δεν πρόλαβε καν να του πει "Κι εμένα θα μου λείψεις πολύ".Τίποτα...

     Μπήκαν μέσα στο αυτοκίνητο αμίλητοι και οι δυό, σχεδόν μισο-νευριασμένοι και μισο-θλιμμένοι.Δεν ήξερε τι πραγματικά έπρεπε να νιώσει εκείνη την στιγμή.Πως μπορούσε να είναι τόσο αδιάφορος μαζί της; Μα,πως μπόρεσε να μην νιώσει ούτε για μια στιγμή όλες αυτές τις μέρες την πάλη που γινόταν μέσα της; Τελικά ίσως ήταν καλύτερα που δεν μπόρεσε να του μιλήσει γιατί τώρα ήταν σχεδόν σίγουρη ότι εκείνος είχε περιορίσει την σχέση τους απλά και μόνο στην φιλική ζώνη. Καλύτερα που δεν είχε εκδηλώθει γιατί θα ανάγκαζε κι εκείνον να την πληγώσει λέγοντας της ότι δεν ένιωθε τα ίδια...Ίσως είναι καλύτερα έτσι και για τους δυό μας,σκεφτόταν εκείνη. Όπως επίσης,σκεφτόταν ήδη τις κινήσεις της όταν θα γυρνούσε πίσω.Θα προσπαθούσε να απομακρυνθεί για λίγο ώστε να μπορέσει να καταπνίξει τα συναισθήματα της για εκείνον.Θα το έκανε ακόμα κι αν ήξερε πως θα ήταν πολύ δύσκολο.

     Έτσι αμίλητοι έφτασαν μέχρι το αεροδρόμιο.Κατέβηκαν από το αμάξι και εκείνος προθυμοποιήθηκε να κουβαλήσει την βαλίτσα της.Εκεί ήταν που την έπιασε από το χέρι και έφτασαν μαζί μέχρι τον γκισέ. Η καρδιά της έμοιαζε να χτυπάει με 200 χτύπους το λεπτό και το κεφάλι της ήταν βαρύ. Νόμιζε ότι θα έπεφτε κάτω από την ζάλη κι όμως με όλη την δύναμη που της είχε απομείνει έκανε όλες τις αναγκαστικές διαδικασίες που χρειαζόταν αφήνοντας το χέρι του.Εκείνος στεκόταν σε μια γωνιά και απλά την παρακολουθούσε να φεύγει...Λίγο πριν τον τελικό έλεγχο εκείνη γύρισε με μάτια βουρκωμένα και τον κοίταξε...."Σ'αγαπώ" του είπε από μακριά και ψιθυριστά ...."Κι εγώ" της ανταπάντησε εκείνος με τον ίδιο τρόπο...
    Γύρισε την πλάτη της για να μην δει που τώρα πλέον τα δάκρυα της έτρεχαν ποτάμι. Και κάπου εκεί μέσα στην θολούρα της τον άκουσε να φωνάζει το όνομα της. Γύρισε και τον είδε να κατευθύνεται αποφαστικά και γρήγορα προς το μέρος της...και στα τελευταία μέτρα έμοιαζε να τρέχει...Όντως έτρεξε, την πήρε στην αγκαλιά του και την έσφιξε όσο πιο δυνατά μπορούσε...Μετά την κοίταξε μέσα στα μάτια, πήρε το πρόσωπο της στα χέρια του και την φίλησε...τα χείλη του έγιναν ένα με τα δικά της...Ήταν το πρώτο τους φιλί...το πρώτο και πολυπόθητο φιλί τους που έμοιαζε να κρατάει αιώνια...

   Της χάιδεψε τα μαλλιά και της είπε σιγανά στο αυτί -"Ήθελα πολύ να το κάνω...έστω και για μία μόνο φορά"....την κοίταξε για τελευταία φορά στα μάτια σχεδόν βουρκωμένος,γύρισε την πλάτη του και έφυγε....και την άφησε εκεί στην μέση του αεροδρομίου εντελώς μουδιασμένη να τον παρακολουθεί να φεύγει πρώτος εκείνος από κοντά της....

Σάββατο 3 Μαρτίου 2012

Η κατάλληλη στιγμή...

0 σχόλια

     


     Κατέβηκε από το αεροπλάνο με την καρδιά της να χτυπάει σαν τρελή.Δεν είχε σκεφτεί ακόμη τι θα του έλεγε,δεν είχε σχεδιάσει στο μυαλό της τις κινήσεις που θα ακολουθούσε.Έκανε μια παράτολμη και απερίσκεπτη κίνηση και τώρα ένιωθε να πελαγώνει.Για ένα λεπτό το είχε μετανιώσει κιόλας αλλά τώρα ήταν πια αργά για να γυρίσει πίσω.Το μόνο για το οποίο ήταν σίγουρη ήταν ότι ήθελε να τον δει,να του μιλήσει,να νιώσει την αγκαλιά του και το χάδι του.Ποιά θα ήταν όμως η αντίδραση του μόλις θα την αντίκρυζε δεν είχε την παραμικρή ιδέα.Θα ξαφνιαζόταν,αυτό ήταν το μόνο σίγουρο,γιατί δεν γνώριζε ότι επρόκειτο να τον επισκεφθεί.
     Μπήκε στο πρώτο ταξί που βρήκε μπροστά της και έδωσε στο οδηγό την διεύθυνση του.Τώρα το συνειδητοποιούσε ακόμη περισσότερο...σε λιγότερο από μισή ώρα θα τον είχε μπροστά της.Τα πόδια της έτρεμαν και το στομάχι της είχε δεθεί κόμπος.Όσο πλησίαζε στο σπίτι του άλλο τόσο της περνούσε από το μυαλό ότι είχε κάνει το μεγαλύτερο λάθος της ζωής της.Κι αν την ρωτούσε γιατί ήρθε τι θα του έλεγε;Οι σχέσεις τους μέχρι τώρα ήταν απολύτως φιλικές και περιοριζόταν σε χαλαρές κουβεντούλες με διάφορες συζητήσεις άλλοτε σοβαρές και άλλοτε εντελώς γελοίες.Τώρα θυμόταν όλες εκείνες τις φορές που την έκανε να γελάει,σχεδόν με δάκρυα,με τα απίστευτα αστεία του,που πειραζόντουσαν σαν να ήταν δυό μικρά παιδιά.Αυτές οι σκέψεις σχημάτισαν ένα γλυκό χαμόγελο στο πρόσωπο της και την χαλάρωσαν λιγάκι.Τώρα το ένιωθε ακόμα πιο έντονα,αυτόν τον άνθρωπο τον αγαπούσε πραγματικά.Δεν μπορούσε να του κρύβει πλέον ότι είναι ερωτευμένη μαζί του και να συμπεριφέρεται σαν να μην συνέβαινε τίποτα...είχε το δικαίωμα να ξέρει κι εκείνος πως ένιωθε.Αλλά πως θα του το ανακοίνωνε;
     Το ταξί σταμάτησε ακριβώς κάτω από το σπίτι του και οι σκέψεις της εξανεμίστηκαν απότομα και την προσγείωσαν στην πραγματικότητα.Βρέθηκε χωρίς να το καταλάβει έξω από την πόρτα του με το χέρι τρεμάμενο να προσπαθεί να χτυπήσει το κουδούνι.Έμεινε έτσι αρκετά λεπτά μέχρι να τολμήσει τελικά να το πατήσει.Ακούστηκε ο θόρυβος του κουδουνιού εντελώς εκκωφαντικός στα δικά της τα αυτιά...αλλά καμμία αντίδραση από την άλλη άκρη της πόρτας.Και πάνω εκεί που είχε απελπιστεί πλήρως,ότι είχε κάνει όλο αυτό το ταξίδι τζάμπα και ήταν αποφασισμένη να γυρίσει πίσω,εκείνη την στιγμή ήταν που άκουσε την πόρτα να ανοίγει....Ήταν εκείνος με το λατρεμένο αγουροξυπνημένο βλέμμα του,με μια φόρμα κι ένα απλό άσπρο μπλουζάκι,τρίβοντας τα μάτια του και προσπαθώντας να καταλάβει ποιός είναι.Την στιγμή που τον αντίκρυσε κατάλαβε πως δεν έκανε μάταια όλο αυτό το ταξίδι,γι’αυτόν τον άνθρωπο θα μπορούσε να κάνει τόσα κι άλλα τόσα απλά για να νιώσει αυτό που ένιωσε η καρδιά της την στιγμή που τον είδε μπροστά της.
     Μόλις τα μάτια του προσαρμόστηκαν στο φως του διαδρόμου και κατάλαβε ποιά ήταν η κοπέλα που του χτύπησε το κουδούνι,πάγωσε.Σε καμμία περίπτωση δεν περίμενε να χτυπήσει εκείνη το κουδούνι του και του φάνηκε πως βρισκόταν ακόμη σε λήθαργο,ήταν όνειρο αυτό που έβλεπε δεν εξηγούνταν αλλιώς.Πέρασαν αρκετά λεπτά που της φάνηκαν αιώνας μέχρι να μιλήσει. «Ελπίζω να έχεις έτοιμο καφέ στην μηχανή γιατί η δικιά μου χάλασε και σκέφτηκα να ‘ρθω σε σένα που τον κάνεις πάντα τέλοιο» είπε και του χαμογέλασε γλυκά με την αγωνία να της τρυπάει ακόμα πιο πολύ το στομάχι.Μόλις άκουσε αυτά τα λόγια σαν να ξύπνησε άξαφνα,την πήρε στην αγκαλιά του και άρχισε να την γυρίζει σαν σβούρα. Αυτή ηταν η πιο γλυκιά ζάλη που ένιωσε ποτέ στην ζωή της.Επιτέλους ήταν μαζί του,ήταν στην αγκαλιά του,ένιωθε ευτυχισμένη.Μόλις την άφησε κάτω,την πήρε από το χέρι και την οδήγησε μέσα στο σπίτι. «Απίστευτο!Είσαι εδώ!Μα γιατί δεν με πήρες τηλέφωνο να ‘ρθω να σε πάρω από το αεροδρόμιο;»της είπε καθώς κατευθυνόταν προς την καφετιέρα και γέμιζε ήδη δύο φλιτζάνια.Ευτυχώς δεν με ρώτησε ακόμη γιατί είμαι εδώ,σκέφτηκε εκείνη και απάντησε χαριτολογώντας στην προηγούμενη ερώτηση του «Και να χάσω την απόλυτη αποχαύνωση του βλέμματος σου μόλις με είδες να στέκομαι στην πόρτα σου; Όχι,με τίποτα! Κρίμα που δεν έβγαλα και μια φωτογραφία να σε δεις για να γελάσεις».Έτσι ξεκίνησαν τα χαχανητά και τα κλασικά τους πειράγματα,που κάποιες φορές έμοιαζαν ασταμάτητα.
     Πέρασαν έτσι καθισμένοι στο καναπέ αρκετές ώρες,συζητώντας για τις δουλειές τους,για την καθημερινότητα τους,για τα προβλήματα που τους απασχολούσαν τελευταία και για χίλια δυό άσχετα πράγματα.Εκείνος είχε ξαπλώσει στην αγκαλιά της και εκείνη του χαϊδευε τα μαλλιά και μιλούσαν ακατάπαυστα σαν να είχαν να τα πουν χρόνια.Μέχρι την στιγμή που της έκανε την ερώτηση που φοβόταν να απαντήσει «Πως αποφάσισες να έρθεις;».Το σκέφτηκε για λίγο και αποφάσισε πως δεν ήταν κατάλληλη η στιγμή για να του πει την αλήθεια αρκέστηκε απλά σε μια υπεκφυγή λέγοντας του  «Μου έλειψες απλά!Κι εσύ και ο καφές σου!» κι εκείνος σαν να κατάλαβε ότι δεν έπρεπε να το συνεχίσει άλλαξε την κουβέντα και της πρότεινε να βγουν έξω για να την ξεναγήσει στην πόλη που έμενε τον τελευταίο καιρό «Είμαι σίγουρος ότι θα σε μαγέψει» της είπε και μπήκε στο δωμάτιο του για να αλλάξει.Μια βαθιά ανάσα βγήκε από μέσα της την στιγμή που έμεινε μόνη και αναρωτήθηκε αν έκανε καλά που δεν του είπε από την αρχή την αλήθεια για τον λόγο της επίσκεψης της.Είχε,όμως,αρκετό χρόνο μπροστά της για να το σκεφτεί καλύτερα....θα ερχόταν σύντομα αυτή η κατάλληλη στιγμή....
 
Copyright © Res Nullius
Blogger Theme by BloggerThemes | Theme designed by Jakothan Sponsored by Internet Entrepreneur